O Eλληνικός κινηματογράφος την δεκαετία του 1960: Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα

O Eλληνικός κινηματογράφος την δεκαετία του 1960: Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα
Του Πάνου Αυγουστή*
Η ταινία θίγει, αρχικά, το πρόβλημα της μεταλλασσόμενης Αθήνας. Μαζί με αυτό, όμως, άμεσα και ξεκάθαρα, παρουσιάζει τα προβλήματα των ανθρωπίνων σχέσεων και τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Το ζευγάρι του Γιώργου Τζαβέλλα είναι χαρακτηριστικό της εποχής και των νέων ηθών, που ξεπερνάει με αγώνα τις δυσκολίες της συμβίωσης και το πετυχαίνει. Ο Γιώργος Κωνσταντίνου, στο ρόλο του Αντωνάκη αλλά και η Μάρω Κοντού, στο ρόλο της Ελένης, πλάθουν δύο θαυμάσιους ρόλους.
Επίσης, είναι η τελευταία ταινία που σκηνοθέτησε ο σπουδαίος Έλληνας σκηνοθέτης, Γιώργος Τζαβέλλας. Ενώ και η ερμηνεία του Γιώργου Κωνσταντίνου, στο ρόλο του Αντώνη Κοκοβίκου, θεωρείται μια από τις καλύτερες του.
Η ταινία ξεκινά από το παρόν: Ο Αντώνης Κοκοβίκος είναι διευθυντής σε ένα υπουργείο και δέχεται ένα τηλεφώνημα από το δικηγόρο της πρώην γυναίκας του που τον ενημερώνει ότι το σπίτι που έμεναν κατεδαφίζεται. Εκείνος ήθελε να το δει για μια τελευταία φορά και αναπολώντας τις στιγμές που πέρασε εκεί, του έρχεται στο μυαλό του η πρώην γυναίκα του και αρχίζει η βασική πλοκή του έργου, χωρίς αφηγήσεις από αυτή την αναδρομή.
Δύο χρόνια πριν ο Αντωνάκης δεν είναι διευθυντής, αλλά ένας απλός υπάλληλος του υπουργείου. Η Ελένη, η σύντροφός του, είναι μια αμόρφωτη, καλοσυνάτη και υπάκουη γυναίκα. Ο Αντωνάκης είναι πολύ αυστηρός μαζί της και την είχε σαν δούλα μέσα στο σπίτι. Παρόλα αυτά, δεν την είχε παντρευτεί ακόμα, αν και είχαν 10 χρόνια σχέση. Για αυτό τον λόγο η Ελένη είναι θλιμμένη, καθώς επίσης ήταν και δαχτυλοδεικτούμενη στη γειτονιά, ειδικά από τη γειτόνισσά τους, την Αγλαΐα, που συνεχώς την προσέβαλλε. Ο Αντωνάκης δε συζητούσε ποτέ για γάμο. Μάλιστα, δεν είχε γνωρίσει και ποτέ την Ελένη στους τέσσερις φίλους του.
Μετά από μια προαγωγή ενός φίλου του Αντωνάκη, του Μιχαλάκη, ο τελευταίος έκανε τραπέζι για αυτήν και πέθανε τρώγοντας ένα αρνί μόνος του. Ο Αντωνάκης δεν πήγε στη γιορτή επειδή δεν ήθελε να παρουσιάσει την Ελένη. Έτσι, όταν οι φίλοι του πήγαν στο σπίτι του για να του πουν τα νέα, είδαν πόσο άσχημα φερόταν στην Ελένη και προσπάθησαν να τον συνετίσουν και να την παντρευτεί. Ο θάνατος του φίλου του, αλλά και η ανάγκη αποκατάστασης της γυναίκας σε περίπτωση χηρείας, έκαναν τον Αντωνάκη να κάνει πρόταση γάμου στην Ελένη. Εκείνη δέχτηκε περιχαρής. Όμως εν ώρα μυστηρίου, τη στιγμή που ο παπάς έλεγε το η δε γυνή ίνα φοβήται τον άνδρα, η Ελένη πάτησε τον Αντωνάκη, ως είθισται. Από εκεί και πέρα θα έρθει η αφύπνιση της Ελένης, και πλέον γνωρίζοντας τον τίτλο της, δηλαδή της παντρεμένης γυναίκας, θα απαιτήσει από τον Αντωνάκη κάποιον σεβασμό. Ο Αντωνάκης, που δεν είχε συνηθίσει σε κάτι τέτοιο, τη χώρισε. Το διαζύγιο βγήκε εις βάρος του Αντωνάκη, αφού κανείς δεν πήγε προς υπεράσπισή του. Μάλιστα διέκοψε και κάθε επαφή με τους φίλους του.
Η ταινία επιστρέφει σε πραγματικό χρόνο και συνεχίζει τη στιγμή που ο Αντωνάκης αναπολεί μέσα στο σπίτι, που γκρέμιζαν. Μετά από δύο χρόνια διαζυγίου αντιλαμβάνεται πόσο μόνος είναι και πόσο λάθος φέρθηκε στην Ελένη. Αιφνιδιαστικά, μπαίνει και η Ελένη στο σπίτι, ώστε να το δει κι αυτή για μια τελευταία φορά. Η σκηνή φορτίστηκε από συναισθήματα και αποφάσισαν να δώσουν στην αγάπη τους μια δεύτερη ευκαιρία και συμφώνησαν να ξαναπαντρευτούν. Πηγή: el.wikipedia.org
*Ο Πάνος Αυγουστής είναι M.Sc βιβλιοθηκονόμος του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δημοσίευση σχολίουDefault CommentsFacebook Comments