105 Χρόνια απο την απελευθέρωση της πόλης των Σερρών

https://www.tayromaxos.gr/2018/06/105.html
105 Χρόνια απο την απελευθέρωση της πόλης των Σερρών
Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Η 29-η Ιουνίου 1913, αποτελεί ένα ακόμα σπουδαίο ιστορικό ορόσημο, στην μακραίωνη προσπάθεια για την εθνική μας ακεραίωση και την απελευθέρωση των ελληνικών εδφών, όπου εδονούνταν ελληνική καρδιά. Η πανέμορφη και μεγαλοπρεπής πόλης των Σερρών, μετά απο 5 αιώνες σκληρής και απαραδειγμάτιστης δουλείας απελευθερώνονταν – μέσα στην πυρά του Β΄ Βαλκανικού πολέμου - και ενσωματώνονταν και πάλι στον εθνικό μας κορμό. Αλλά ας δούμε πως έχει το χρονικό αυτής της εθνικής μας εποποιΐας. Οι Σέρρες τελούσαν υπο τον οθωμανικό ζυγό, 7 δεκαετίες πρωθύστερα απο την άλωση της βασιλεύουσας και συγκεκριμένα απο τον 1383. Αποτέλεσαν μια απο τις πρώτες περιοχές της Ελλάδος που υποδουλώθηκαν στους Τούρκους και απο τις τελευταίες που ανέκτησαν την ελευθερία τους, με την εθνική μεγαλουργία των Βαλκανικών Αγώνων. Πάραυτα και σε όλους αυτούς τους αιώνες της οθωμανικής δουλείας, οι Σέρρες ήκμασαν οικονομικά και πολιτισμικά και αποτέλεσαν ένα απο τα σπουδαιότερα κέντρα εθνικής αφύπνισης, μέχρι την εθνική παλιγγενεσία του ΄21. Ενώ ξεχωριστή ήταν η συμβολή τους τόσο στην εθνεγερσία του ΄21 με την εμβληματική φυσιογνωμία του Εμμανουήλ Παππά, όσο και σ΄ αυτόν τον Μακεδονικό αγώνα. Δικαίως έτσι η πόλη των Σερρών απεκαλείτο τους αιώνες εκείνους, «Αθήνα της Ανατολικής Μακεδονίας». Για να έλθουμε στην απελευθέρωσή τους στις 29 Ιουνίου του 1913. Οι Σέρρες λοιπόν τελούσαν εκείνη την περίοδο υπο βουλγαρική κατοχή, έκγονη του ιμπεριαλιστικού σχεδίου των Βουλγάρων, για την μεγάλη Βουλγαρία, με την οποία εξάλλου είχαν αναθρέψει δυο γενεές. Πάραυτα η νικηφόρος επέλαση των ελληνικών δυνάμεων στα πλαίσια του Β΄ Βαλκανικού πολέμου του 1913, στο Κιλκίς, τον Λαχανά και την Στρώμνιτσα, εδραίωναν την νίκη των ελληνικών όπλων σε όλο το μακεδονικό μέτω πο. Έτσι το μεγάλο όνειρο γίνονταν πραγματικότητα και η Μακεδονία μας απελεύθερη και πάλι, ενσωματώνονταν στον εθνικό κορμό.
Ο αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων βασιλιάς Κωνσταντίνος και το επιτελείο του είχαν στρατοπεδσεύσει απο τις 23 Ιουνίου στην Δοϊράνη. Και στις 28 Ιουνίου του ΄13 πρό της νικηφόρας επέλασης του ελληνικού στρατού, ενημερώθηκαν για την αποχώρηση των Βουλγάρων απο την πόλη των Σερρών. Ήταν μια ιστορική μέρα για τον ελληνικό λαό, αφού η λατρεμένη πόλη των Σερρών – πόλη σύμβολο της πνευματικής και οικονομικής αλκής – περνούσε και πάλι σε ελληνικά χέρια. Το επιτελείο του Κωνσταντίνου με την σειρά του ενημέρωσε τηλεγραφικά το ελληνικό υπουργείο Στρατιωτικών για τη εξέλιξη, με το ακόλουθο τηλεγράφημα «Ο φρούραρχος Σερρών τηλεγραφεί ότι η πόλις κατελήφθη υπό αποσπάσματος προσκόπων. Εκηρύχθη ο στρατιωτικός νόμος. Εσχηματίσθη πολιτοφυλακή προς τήρησιν της τάξεως. Αποσπάσματα προσκόπων και πολιτοφυλάκων εξήλθον εις την ύπαιθρον χώραν, ίνα φρουρήσουν αυτήν από ενδεχόμενη επίθεση κομιτατζήδων». Όμως η υποχώρηση των Βουλγάρων απο την πόλη, έφερε και την σφραγίδα του μίσους της μοχθηρίας τους, αφού φεύγοντας κατέκαψαν την πόλη, φόνευσαν γυναικόπαιδα, κατέστρεψαν τις υπάρχουσες υποδομές και την κατέστησαν κρανίου τόπο.

Την ίδια εξάλλου οδηνηρή εικόνα δίνει και ένα τηλεγράφημα που εστάλλη πρός τον πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων την 1-η Ιουλίου 1913 αναφέροντας : «Πριν βάλουνε φωτιά οι Βούλγαροι λεηλάτησαν όλα τα σπίτια και τα καταστήματα, σπάζοντας τις πόρτες με τσεκούρια. Δεν υπολόγιζαν ούτε τους ξένους υπηκόους που έλπιζαν ότι θα σωθούν υψώνοντας τις εθνικές σημαίες τους. Έτσι παραβιάστηκαν οικίες του Θεμιστοκλέους Μιγάτσκου διευθυντού της Τραπέζης Αθηνών, Αυστριακού υπηκόου που κατοκούσε στο σπίτι του αυστριακού Δούρου, τα σπίτια των Αμερικανών καπνεμπόρων Χαίκτων και Μουρ, αν και είχαν ανυψώσει την αμερικάνικη σημαία, η οικία του αντιπροσώπου του καπνεμπορικού καταστήματος «Κομέρσιαλ»-οίκου αγγλικού, το κατάστημα Τίριγγ που ανήκε σε αυστριακό, οι καπναποθήκες «Αμέρικαν-Ταμπάκο» και «Έρζοκ», αυστριακού, η Μακεδονική Εταιρεία Καπνών, η Αγγλική του Μονοπωλίου Καπνών, των αδελφών Εσκενάζη Αμερικανών, Κιαζημμεμίν, Ιταλού, Χασίζ Σαούρτα, Ισπανού. Επίσης κάηκαν η τράπεζα Αθηνών και Ανατολής, τα σπίτια Κ. Μαρούλη, Γερμανού υπηκόου».
Η πυροπόληση των Σερρών, που ισοπέδωσε μέσα στις φλόγες τα δυο τρίτα της πόλης, συνεχίστηκε απο το πρωί της Παρασκευής 29-ης Ιουνίου 1913, μέχρι το απόγευμα, οπότε και κατέφθασε στην πόλη ένα σώμα προσκόπων – το οποίο συνιστούσαν εθελοντές παλιοί μακεδονομάχοι - υπο τον ταγματάρχη Κωνσταντίνο Μαζαράκη. Το σώμα επιτέθηκε κατά των Βουλγάρων και τους ανάγκασε σε φυγή. Επτά γενναίοι πρόσκοποι σκοτώθηκαν στην μάχη και δέκα τραυματίστηκαν. Σε επίπεδο υποδομών, όπως και με τις κατοικίες, τα πάντα ισοπεδώθηκαν απο την εκδικητική μανία και το μίσος των Βουλγάρων, με μόνο παρήγορο το γεγονός, ότι διασώθηκαν αρκετά γυναικόπαιδα. Εν τέλει με τη δύση του ηλίου, κατέφαθσε στην πόλη και η 7-η ελληνική Μεραρχία, υπο τον Μέραρχο Σωτήλη. Και βεβαίως η εικόνα που αντίκρυσε ο μέραρχος ήταν ηθικά οδυνηρή. Με την ελληνική συνοικία και την ελληνική αγορά, πέραν του υπολοίπου τμήματος της πόλης, να έχουν καταστραφεί ολοσχερώς. Έτσι απηύθυνε άμεσα τηλεγράφημα στο στρατιωτικό επιτελείο του βασιλέως στην Δοϊράνη, για να ξεκινήσουν οι παρεμβάσεις στήριξης του πληθυσμού, αλλά και της ανασυγκρότησης της πόλης, που είχε καταστεί ένας απέραντος ερειπιώνας.
Συντετριμμένος ο μέραρχος Σωτήλης, γράφει στον βασιλιά Κωνσταντίνο : «Η πόλη Σερρών εκάη ολόκληρος εξαιρέσει τουρκικής και εβραϊκής συνοικίας. Αγορά εκάη επίσης. Πλήθος γυναικοπαίδων ευρέθησαν φονευμένα ή απηνθρακωμένα εντός των οικιών. Πόλις στερείται εντελώς άρτου. Απόλυτος ανάγκη ληθώσι μέτρα συντόμως προς διατροφήν πληθυσμού. Άστεγοι υπερβαίνουσι 20 χιλιάδας.» Απο το λεπίδι επίσης των αιμοσταγών Βουλγάρων, θα πέσουν ο ιατρός Αναστάσιος Χρυσάφης, ο γυμνασιάρχης Παπαπαύλου και ο διευθυντής του καταστήματος της Τραπέζης Ανατολής Σταμούλης. Ενώ την οικτρή κατάσταση της πόλης έσπευσαν να διαπιστώσουν προσωπικά, οι ίδιοι οι πρόξενοι της Αυστρίας και της Ιταλίας, που έμειναν ενεοί απο το μίσος και την εκδικητική μανία των Βουλγάρων, εκφράζοντας δημόσια την αποστροφή τους, για τα «πρωτάκουστα ανοσιουργήματα».


Η πείνα, ο πόνος, η ηθική δυστυχία, η κακοπάθεια και η πλήρης έλλειψη τροφίμων, ζωοτροφών και βασικών αγαθών, συνέθεταν την τραγική εικόνα της απελευθερωμένης μεν, αλλά κατεστραμμένης πόλης, για την οποία έπρεπε να καταβληθεί σισσύφεια προσπάθεια προκειμέμου να επουλώσει τις πληγές της και να επιστρέψει στην κανονικότητα. Ο φρούραρχος Μαζαράκης, με τον εμπνευσμένο ρασοφόρο Μητροπολίτη Σερρών Απόστολο (Χριστοδούλου) απηύθυναν τηλεγράφημα, στην υψηλής κοινωνικής ευαισθησίας «Επιτροπή Κυριών» στην Αθήνα, για κατεπείγουσα αποστολή τροφίμων ήτοι «Ανάγκη έλθη Σέρρας, επιτροπή κυριών μετά ενδυμάτων, τροφίμων και δια νοσοκομεία», η οποία και ανταποκρίθηκε άμεσα στο αίτημα. Και έτσι ξεκινούσε μέσα στον άνεμο πλέον της ελληνικής ελευθερίας, η μακρά προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της πανέμορφης πόλης του Βορρά, που διαχρονικά συμβόλιζε ένα πολιτικό και πολιτισμικό προπύργιο του ελληνισμού. Οι Σέρρες έστω και πληγωμένες απο την μικρή Βουλγαρική κατοχή και την μακραίωνη 5 αιώνων οθωμανική δουλεία, ήταν πια ελεύθερες. Ηταν ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ....Και στα άγια χώματά τους φτερούγιζε και πάλι αδέσμευτη, η αδουλωτη ελληνική ψυχή !!! Το παρόν κείμενο, έχει δημοσιευθεί σε εφημερίδες και σε περιοδικά ιστορικού προβληματισμού.
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων
Δημοσίευση σχολίουDefault CommentsFacebook Comments